ΦΙΛΩΤΙ ΟΜΟΡΦΟ ΧΩΡΙΟ

slider

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2015

ΦΙΛΩΤΙΤΕΣ ΛΑΪΚΟΙ ΣΤΙΧΟΥΡΓΟΙ (ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ "ΤΟ ΦΙΛΩΤΙ" τεύχη 5 και 6 του 1996)

 Ξεφυλλίζοντας κι’ απόψε παλιά τεύχη της εφημερίδας «ΤΟ ΦΙΛΩΤΙ»,  διάβασα και ξαναθυμήθηκα τον υπέροχο αυτό ποιητικό διάλογο των δυο αξέχαστων λαϊκών ποιητών του χωριού μας,  του Γιώργη Δεμενεόπουλου (Κλαούνη) και του Αντρέα Μουστάκη (Αντριά). Δυο υπέροχοι άνθρωποι που μέσα από τους στίχους τους και  την αγάπη τους για το χωριό, μας ταξίδευαν στο παρελθόν και στόλιζαν  τις σελίδες της εφημερίδας μας με το χρώμα της δικής τους εποχής.  Μιας εποχής φτωχικής και δύσκολης, που δεν τους εμπόδισε όμως να διατηρήσουν το μεράκι, το κέφι και την αισιοδοξία τους.


ΣΤΟΝ ΦΙΛΟ ΜΟΥ ΤΟΝ ΑΝΤΡΙΑ.


Το φίλο μου τον Αντριά
που λείπει ακόμα μακριά,
θέλω να συμβουλέψω.
Που ξέρει, ότι και να πω
ότι πολύ τον αγαπώ
και δεν εσκέφτηκα ποτέ,
να τον κοροϊδέψω.

Εμείς δεν είμαστ’ Αντριά
που παίζαμε τα μάρμαρα
όπως τσι κατσαβόλοι;
Κι’ όλοι οι ξενοχωριανοί
χωρίς να εξαιρώ κανεί,
μας αγαπούσαν όλοι;

Τι παλικάρια είμαστε
τι λεβεντιά, τι μάγκες;
Τώρα γινήκαμ’ άτομα
με ειδικές ανάγκες.

Θα κάτσω με τον Αντριά,
μια μέρα σε μιαν άκρια
να πούμε τον καμό μας.
Κι΄ όλοι οι χρόνοι οι παλιοί,
οι άσχημοι και οι καλοί,
να’ ρθουνε στο μυαλό μας.

Πόσοι χαθήκαν Αντριά
από την ηλικία μας
κι’ εμείς έχομε μείνει.
Είμαστε οι πιο τυχεροί
μα τώρα αρχίζει το κερί,
σιγά-σιγά να σβήνει.

Τώρα το καλό πο’ χεις να-
κάνεις άστην την Αθήνα.

Να αφήσει το Γαλάτσι,
να ρθει στο χωριό να κάτσει.

Όσο μπορείς πιο μακριά,
από το νέφος Αντριά.

Αν έχεις τίποτα να πεις
πες τα σ’ αυτή τη στήλη.
Δύσκολα είναι να βρεθούν
σήμερα τέτοιοι φίλοι.

Σε χαιρετάω φίλε μου,
Κι’ απάντηση αν θες στείλε μου.



Ο Γιώργης τση κερά Σοφιάς,
είναι πιο μορφωμένος.
Μα ν’ απαντήσω σίγουρα,
είμ’ υποχρεωμένος.

Ανθρώποι πια δε γίνονται,
Κλαούνη σαν τσι δυο μας.
Εμείς διασκεδάζαμε πάντοτε
το χωριό μας.

Ήτανε κι’ άλλοι σαν και μας
να εμείς είμαστε πρώτοι,
που το διασκεδάζαμε,
Κλαούνη, το Φιλώτι.

Θυμάσαι μέσα στο χωριό,
που λέ(γ)αν ορισμένοι:
«Αστσοι και μην τονε μιλείς
γιατ’ είναι μεθυσμένοι;»

Θυμάσαι όντε πίναμε
ρακή, κρασί και ούζα;
Και μπαίναμενε στο χωριό
και «κάναν όλοι σούζα;»

Μπαίναμε μες την ταβέρνα
μ’ όλο κέφι κι’ όλο γέλια.
Και του ταβερνιάρη λέ(γ)αν:
«Κέρασέ τα τα κοπέλια»

Επερνούσαμενε φτώχιες
αλλά…. στο τραγούδι πρώτοι
Και μας αγαπούσαν όλοι,
πάντοτε μες το Φιλώτι

Άλλοι μας εζηλεύανε
Κλαούνη μέχρι τώρα.
Μα οι «ανάγκες οι ειδικές»
μας κόψανε τη φόρα.

Η ποίηση είναι χάρισμα
και δώρο από τη φύση.
Χαράς εκείνο που μπορεί
σωστά να τραγουδήσει.

Είσαι στα τραγούδια του νη-
σιού μας τ’ άκουσμα Κλαούνη.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου